- υμενοκαλλίδα
- (hymenocallis). Γένος μονοκοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των Αμαρυλλίδων. Είναι πόες με βολβό, από τον οποίο φυτρώνει ο παχύς βλαστός τους. Τα φύλλα τους είναι λογχοειδή και γραμμοειδή και τα άνθη τους είναι άσπρα και σπανιότερα κίτρινα. Πρόκειται για διακοσμητικά φυτά, πολλά από τα οποία ανθίζουν και τη χειμερινή περίοδο, αν καλλιεργηθούν σε θερμοκήπια. Κυριότερα είδη του γένους είναι η υ. η μακροστέφανη που ανθίζει από τον Ιανουάριο ως το Μάρτιο και η υ. η ευειδής, που ανθίζει όλο σχεδόν το χειμώνα. Τα είδη αυτά θεωρούνται από τα ωραιότερα του γένους. Όλα τα είδη υ. καλλιεργούνται πολύ εύκολα, ο δε βολβός τους μπορεί να ανθίζει επί πολλά χρόνια. Πολλαπλασιάζονται επίσης εύκολα και με παραφυάδες.
Dictionary of Greek. 2013.